Σ̶ά̶β̶β̶α̶τ̶ο̶ ̶1̶3̶/̶1̶2̶ ̶σ̶τ̶ι̶ς̶ ̶2̶0̶:̶0̶0̶
‘Ο̶ψ̶ε̶ι̶ς̶ ̶σ̶τ̶α̶ ̶Κ̶ι̶ν̶η̶μ̶α̶τ̶ο̶γ̶ρ̶α̶φ̶ι̶κ̶ά̶ ̶Ρ̶ε̶ύ̶μ̶α̶τ̶α̶ ̶&̶ ̶Π̶α̶ρ̶ο̶υ̶σ̶ι̶ά̶σ̶ε̶ι̶ς̶ ̶μ̶ε̶λ̶ώ̶ν̶
Η παρουσίαση αναβάλλεται εκτάκτως για το νέο έτος
̶
̶O̶n̶c̶e̶ ̶U̶p̶o̶n̶ ̶a̶ ̶T̶i̶m̶e̶ ̶i̶n̶ ̶t̶h̶e̶ ̶W̶e̶s̶t̶ ̶(̶1̶9̶6̶8̶)̶ ̶τ̶ο̶υ̶ ̶S̶e̶r̶g̶i̶o̶ ̶L̶e̶o̶n̶e̶
̶
̶Α̶φ̶ι̶έ̶ρ̶ω̶μ̶α̶ ̶γ̶ι̶α̶ ̶τ̶ο̶ ̶π̶ρ̶ο̶ ̶3̶ ̶μ̶η̶ν̶ώ̶ν̶ ̶θ̶ά̶ν̶α̶τ̶ο̶ ̶τ̶η̶ς̶ ̶ε̶μ̶β̶λ̶η̶μ̶α̶τ̶ι̶κ̶ή̶ς̶ ̶κ̶ ̶ρ̶ι̶ζ̶ο̶σ̶π̶α̶σ̶τ̶ι̶κ̶ή̶ς̶ ̶η̶θ̶ο̶π̶ο̶ι̶ο̶ύ̶ ̶Κ̶λ̶α̶ο̶ύ̶ν̶τ̶ι̶α̶ ̶Κ̶α̶ρ̶δ̶ι̶ν̶ά̶λ̶ε̶,̶ ̶μ̶έ̶σ̶ω̶ ̶τ̶ο̶υ̶ ̶φ̶α̶ν̶τ̶α̶σ̶μ̶α̶γ̶ο̶ρ̶ι̶κ̶ά̶ ̶ε̶ν̶τ̶υ̶π̶ω̶σ̶ι̶α̶κ̶ή̶ς̶ ̶ε̶ι̶κ̶ο̶ν̶ο̶π̶λ̶α̶σ̶ί̶α̶ς̶ ̶»̶Κ̶ά̶π̶ο̶τ̶ε̶ ̶σ̶τ̶η̶ ̶Δ̶ύ̶σ̶η̶»̶ ̶1̶9̶6̶8̶ ̶τ̶ο̶υ̶ ̶Σ̶έ̶ρ̶τ̶ζ̶ι̶ο̶ ̶Λ̶ε̶ό̶ν̶ε̶,̶
̶ό̶π̶ο̶υ̶ ̶α̶π̶ο̶γ̶υ̶μ̶ν̶ώ̶ν̶ε̶τ̶α̶ι̶ ̶ο̶ ̶μ̶ύ̶θ̶ο̶ς̶ ̶δ̶η̶μ̶ι̶ο̶υ̶ρ̶γ̶ί̶α̶ς̶ ̶τ̶η̶ς̶ ̶ι̶σ̶χ̶υ̶ρ̶ή̶ς̶ ̶Α̶μ̶ε̶ρ̶ι̶κ̶ή̶ς̶ ̶τ̶ο̶υ̶ ̶1̶8̶ο̶υ̶ ̶α̶ι̶ώ̶ν̶α̶.̶

Κάποτε στην Άγρια Δύση (1968) :
Το «Κάποτε στη Δύση» (1968) είναι το επικό, οπερατικό αριστουργηματικό γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε, με αυξανόμενη ένταση κ ατμοσφαιρικότητα, την εμβληματική μουσική επένδυση του Ένιο Μορικόνε με περιβόητα μουσικά θέματα, εκπληκτικά γραφικά (μακράς διάρκειας πλάνα, ακραία κοντινά πλάνα) και αντιηρωικό καστ (Χένρι Φόντα ως ο κακός Φρανκ), με κύρια θεματολογία τη μετάβαση στη νεωτερικότητα του εκσυγχρονισμού της Αμερικανικής κοινωνίας, της απληστίας έναντι της προόδου, στην εμβληματική εναρκτήρια σκηνή, στους πολύπλοκους χαρακτήρες (μυστηριώδης Φυσαρμόνικα, ανθεκτική Τζιλ) και στον αριστοτεχνικό συνδυασμό μύθου και πραγματικότητας, σηματοδοτώντας μια σημαντική καλλιτεχνική ακμή για το είδος Σπαγγέτι Γουέστερν ενώ ταυτόχρονα είναι ένα βαθυστόχαστο σχόλιο για την αμερικανική δύση και την απομυθοποίησή της.
Σέρτζιο Λεόνε :
Πρωτοπόρος, έφερε επανάσταση στο είδος του γουέστερν με τα «Σπαγγέτι Γουέστερν» του, δημιουργώντας εμβληματικές και αναθεωρητικές ταινίες, περίφημες για την επική τους υφή, τη στυλιζαρισμένη βία, τους ηθικά αμφιλεγόμενους αντιήρωες (όπως ο «Άνθρωπος Χωρίς Όνομα» του Κλιντ Ίστγουντ) και την αριστοτεχνική ένταση που χτίστηκε μέσα από μεγάλα πλάνα, παραστατικά κοντινά πλάνα και τη θρυλική μουσική επένδυση του Ένιο Μορικόνε. Οι ταινίες του, όπως το «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος» και το «Κάποτε στη Δύση», ανέτρεψαν τα κλασικά μοτίβα του γουέστερν, εστιάζοντας σε πιο σκληρούς χαρακτήρες, πολιτικούς τόνους και μια μεταμοντέρνα κριτική της αμερικανικής μυθολογίας, μετατοπίζοντας την εστίαση του είδους από τον σαφή ηρωισμό στην περίπλοκη, συχνά βάναυση ανθρώπινη φύση. Επαναστατική η χρήση ακραίων κοντινών πλάνων (ECU) για ένταση, ρυθμικό μοντάζ (συχνά με κρεσέντο), σύνθεση ευρείας οθόνης (Super Panavision 70) και εμβληματικά, συχνά συμμετρικά πλάνα που μεταμορφώνουν τον χώρο και χτίζουν έντονη συναισθηματική σύνδεση, ειδικά στην «Τριλογία των Δολαρίων» όπου τα πρόσωπα γίνονται τοπία, τα μάτια αφηγούνται ιστορίες και η μουσική συγχρονίζεται τέλεια με τον οπτικό ρυθμό για να δημιουργήσει μια μοναδική, καθηλωτική κινηματογραφική εμπειρία.
Χαραχτηριστικά ταινιών του Λεόνε :
Σπαγγέτι Γουέστερν: Δημιούργησε το ομώνυμο είδος των Γουέστερν ιταλικής παραγωγής, που γυριζόταν συχνά στην Ισπανία, γνωστό για τον χαμηλό προϋπολογισμό, τη στυλιζαρισμένη δράση και τον σκληρό ρεαλισμό.
Σύνθεση Ευρείας Οθόνης:
Η χρήση της ευρείας οθόνης (όπως το Super Panavision 70) απεικόνισε με εκτεταμένες εικόνες την άγρια ομορφιά των τοπίων και των καταστάσεων που διαδραματίζονται, εικονοπλάθοντας κλειστοφοβικό καδράρισμα, τοποθετώντας συχνά τους χαρακτήρες σε συμμετρικά, σαν ταμπλό πλάνα που τόνιζαν την απεραντοσύνη ή την απομόνωση.
Ακραία κοντινά πλάνα :
Η αριστοτεχνική χρήση ακραίων κοντινών πλάνων (ειδικά στα μάτια) έρχεται σε αντίθεση με τα πανοραμικά ευρυγώνια πλάνα, δημιουργώντας ένταση μέσω της σιωπής και του ήχου, παράλληλα εστιάζει έντονα στο συναίσθημα και την εσωτερική σύγκρουση των χαρακτήρων, κάνοντας το κοινό να αισθάνεται την ψυχολογική πίεση, όπως φαίνεται στην εμβληματική σκηνή του νεκροταφείου στην ταινία Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος.
Ρυθμικό Μοντάζ :
Ο Λεόνε εναλλάσσει αριστοτεχνικά τα πλάνα μεταξύ των χαρακτήρων, επιταχύνοντας τον ρυθμό με σύντομα, ευκρινή πλάνα (συχνά από χαμηλές γωνίες) για να δημιουργήσει εκστασιακή ένταση, που κορυφώνεται με μια έκρηξη δράσης (π.χ. ανταλλαγή πυροβολισμών).
«Leone Shot» (Long Take/Slow Zoom):
Είναι τα μεγάλα, αργά ζουμ στα πρόσωπα, αναδεικνύοντας στους θεατές στην ψυχή του χαρακτήρα και δημιουργώντας αγωνία, συνδυάζοντας τον διάλογο με την οπτική αφήγηση.
Εικονογραφία & Συμβολισμός :
Τα εικαστικά του στοιχεία είναι πλούσια σε συμβολικά στοιχεία — σαρωτικά τοπία, πόλεις που φθίνουν, εμβληματικά κοστούμια — δημιουργώντας μια μυθική, οπερατική αίσθηση για το είδος γουέστερν.
Μουσική & Ήχος :
Οι ξεχωριστές μουσικές παρτιτούρες του Ένιο Μορικόνε, με αξιομνημόνευτα μοτίβα για τους χαρακτήρες και ατμοσφαιρικά ηχοτοπία, έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι της αφήγησης.
Αντιήρωες :
Αντικατέστησαν τους παραδοσιακούς ήρωες με αινιγματικές, συχνά αμοραλιστικές φιγούρες (Κλιντ Ίστγουντ, Τσαρλς Μπρόνσον) που οδηγούνται από την απληστία, την επιβίωση ή το θαμμένο παρελθόν.
Ανατροπή του Είδους :
Αναθεώρησε τα κλασικά αρχέτυπα της Γουέστερν ριζικά, απεικονίζοντας μια πιο σύνθετη, λιγότερο ρομαντική εκδοχή της αμερικανικής ιστορίας.
Χαραχτήρας Όπερας :
Οι μεταγενέστερες ταινίες του, όπως το Κάποτε στη Δύση, έγιναν κινηματογραφικά έπη, εξερευνώντας θέματα ιστορίας, εκδίκησης και της μεταβαλλόμενης Δύσης με ένα οπερατικό μεγαλείο.
Συμπερασματικά, το οπτικό στυλ του Λεόνε δεν έχει να κάνει μόνο με την όμορφη εμφάνιση, είναι μια σκόπιμη φιλμική γλώσσα που χειραγωγεί τον χρόνο, τον χώρο και το συναίσθημα για να επαναπροσδιορίσει την κινηματογραφική εμπειρία.
Χαραχτηριστικές ταινίες :
1) Για μια χούφτα δολάρια (1964)
2) Η μονομαχία στο Ελ Πάσο (1965)
3) Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσκημος (1966)
4) Κάποτε στη Δύση (1968)
5) Κάτω τα κεφάλια (1971)
6) Κάποτε στην Αμερική (1984)
Κλαούντια Καρδινάλε :
Σπουδαία ηθοποιός, γνωστή για την εντυπωσιακή ομορφιά της, την ευελιξία υποκριτικής και την απεικόνιση δυναμικών, πολύπλοκων γυναικών σε κλασικές ευρωπαϊκές και χολιγουντιανές ταινίες, γεφυρώνοντας τον ιταλικό νεορεαλισμό και τη διεθνή φήμη με σκηνοθέτες όπως ο Φελίνι και ο Λεόνε, ενώ παράλληλα ενσαρκώνει τη δύναμη, τον αισθησιασμό και μια φυσική, αινιγματική παρουσία που γοήτευσε το κοινό και εδραίωσε την κληρονομιά της ως κινηματογραφικό σύμβολο χάρης και ανεξαρτησίας. Διέθετε μια μοναδική ομορφιά, που περιγράφεται ως λεπτή, φυσική αλλά και αινιγματική, που τονιζόταν με εμβληματικά φορέματα, ενσαρκώνοντας την αίγλη της εκάστοτε εποχής στην αμάλογη ταινία και την «ιδανική γυναίκα»,ξεπερνώντας την απλή ιδιότητα του συμβόλου του σεξ. Παράλληλα διακρίθηκε στο να υποδύεται ισχυρές σε προσωπικότητα, αισθησιακές γυναίκες με βάθος, μεταβαίνοντας αβίαστα από δραματικούς ρόλους (όπως στο Γατόπαρδο) σε ελαφρύτερους ρόλους (Ο Ροζ Πάνθηρας), συχνά ενσαρκώνοντας το ευάλωτο ταυτόχρονα με την σκληρότητα. Το ταλέντο της αναδείχθηκε από θρυλικούς σκηνοθέτες όπως ο Λουκίνο Βισκόντι, ο Φεντερίκο Φελίνι και ο Σέρτζιο Λεόνε, εδραιώνοντας τη θέση της στην ιστορία του κινηματογράφου, επιτυγχάνοντας να γίνει ένα αγαπημένο σύμβολο του ιταλικού κινηματογράφου, περιβόητη για την αυθεντικότητά της και μια προσιτή, αλλά μυστηριώδη, παρουσία στην οθόνη που διέφερε ελαφρώς από συγχρόνους της όπως η Σοφία Λόρεν. Προτιμούσε τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο και ήταν γνωστό ότι αντιπαθούσε το star system του Χόλιγουντ, ενώ με τους ρόλους που ερμήνευε και την προσωπικότητά της, παρέθετε μια χειραφέτηση, εμφανιζόμενη συχνά ως σύμβολο της γυναικείας απελευθέρωσης, αφού οι ρόλοι της συχνά εξερευνούσαν θέματα επιβίωσης, πάθους και αυτογνωσίας, όπως η ανθεκτική Τζιλ ΜακΜπέιν στην ταινία «Κάποτε στη Δύση».
Υποδυόταν τους ρόλους με απλότητα κ αμεσότητα, αποφεύγοντας τις υπερβολές, με τα εκφραστικά της μάτια και την παρουσία της να μαγνητίζουν το κοινό. Μετέφερε αριστοτεχνικά την εσωτερική πολυπλοκότητα, υποδυόμενη γυναίκες που ήταν ανθεκτικές και ανεξάρτητες αλλά και βαθιά ανθρώπινες και ευαίσθητες. Φυσικά η ομορφιά της συνδυάστηκε με την ουσία, αναπαριστώντας μια διαρκή εικόνα μεσογειακής γοητείας, ευφυΐας και ανεξαρτησίας στον κλασικό ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Έπαιζε πολλούς διαφορετικούς ρόλους, διακρίθηκε σε ποικίλα είδη, από τον σουρεαλισμό του Φελίνι μέχρι τα επικά γουέστερν του Λεόνε, παρουσιάζοντας ένα εύρος από δραματική ένταση έως πιο ανάλαφρες στιγμές, με μια αίσθηση αινίγματος, αρνούμενη το γυμνό και διατηρώντας την προσωπική της ταυτότητα. Τέλος, οι ερμηνευτικές τις ικανότητες είναι πρωτοποριακές κ αλλάξανε την υποκριτική, δίκαια εμβληματική ηθοποιός στην ιστορία της 7ης τέχνης και προσωπικότητα με ισχυρή κοινωνική δράση, υπήρξε υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών.
Χαραχτηριστικές ταινίες :
1) 8½ (1963) – Federico Fellini
2) The Leopard (Il Gattopardo) (1963) – Luchino Visconti
3) Once Upon a Time in the West (1968) – Sergio Leone
4) Rocco and His Brothers (Rocco e i suoi fratelli) (1960) – Luchino Visconti
5) The Pink Panther (1963) – Blake Edwards
6) The Professionals (1966) – Richard Brooks
7) Big Deal on Madonna Street (I soliti ignoti) (1958) – Mario Monicelli
8) Fitzcarraldo (1982) – Werner Herzog
9) Girl with a Suitcase (La ragazza con la valigia) (1961) – Valerio Zurlini
10) Sandra (1965) – Lucino Visconti
11) Un maledetto imbroglio (1959) – Pietro Germi
12) I delfini (1960) – Francesco Maselli
13) La viaccia (1961) – Mario Bolognini
14) Senilità (1962) – Mario Bolognini
15) La ragazza di Bube (1964) – Luigi Comencini
16) Il giorno della civetta (1968) – Damiano Damiani
17) Nell’anno del Signore (1969) – Luigi Magni
18) A Girl in Australia (1971) – Luigi Zampa
19) Conversation Piece (1974) – Luchino Visconti
20) Il prefetto di ferro (1977) Pasquale Squiteri
21) I guappi (1974) Pasquale Squiteri
22) Vento del Sud (1960) Enzo Provenzale
23) Il bell’Antonio (1960) Mario Bolognini
24) Il magnifico cornuto (1964) Antonio Pietrangeli
25) La giornata balorda (1960) Mario Bolognini
26) Un maledetto imbroglio (1959) Pietro Germi
27) Gli indifferenti (1964) Francesco Maselli
